mirror of https://git.door43.org/Andley/BG4e
10 KiB
10 KiB
HW❸ (Joh 1:14-18)
Joh 1:14 Καὶ ὁ Λόγος σὰρξ ἐγένετο καὶ ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν , καὶ ἐθεασάμεθα τὴν δόξαν αὐτοῦ , δόξαν ὡς μονογενοῦς παρὰ Πατρός , πλήρης χάριτος καὶ ἀληθείας . Joh 1:15 Ἰωάννης μαρτυρεῖ περὶ αὐτοῦ καὶ κέκραγεν λέγων · Οὗτος ἦν ὃν εἶπον · Ὁ ὀπίσω μου ἐρχόμενος ἔμπροσθέν μου γέγονεν , ὅτι πρῶτός μου ἦν . Joh 1:16 Ὅτι ἐκ τοῦ πληρώματος αὐτοῦ ἡμεῖς πάντες ἐλάβομεν καὶ χάριν ἀντὶ χάριτος · Joh 1:17 ὅτι ὁ νόμος διὰ Μωϋσέως ἐδόθη , ἡ χάρις καὶ ἡ ἀλήθεια διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐγένετο . Joh 1:18 Θεὸν οὐδεὶς ἑώρακεν πώποτε · μονογενὴς Θεὸς ὁ ὢν εἰς τὸν κόλπον τοῦ Πατρὸς ἐκεῖνος ἐξηγήσατο .
HW❸ 單字背誦 (10個)
-
ἐπί (ἐπ᾿, ἐφ᾿) (890)
- gen: on, over, when ‖ dat: on the basis of, at ‖ acc: on, to, against
- 後接直接受格時意思是「在...的時候、在...之上、到」
-
κύριος –ου, ὁ (716)
- Lord; lord, master, sir
- 主人
-
ἔχω (708)
- I have, hold ‖ ἕξω, ἔσχον, ἔσχηκα, –, –
- 有
-
πρός (700)
- acc: to, towards; with
- 後接直接受格,意思是「到...、對著...、因為」
-
γίνομαι (669)
- I become, take place; am, exist; am born, am created ‖ γενήσομαι, ἐγενόμην, γέγονα γεγένημαι, ἐγενήθην
- 發生、成為
-
διά (δι᾿) (667)
- gen: through ‖ acc: on account of
- 後接所有格時意思是「經過」
-
ἵνα (663)
- in order that; that; so that
- 使得、為了、帶出說明的子句不必翻譯
-
ἀπό (ἀπ᾿, ἀφ᾿) (646)
- gen: (away) from
- 後接所有格,意思是「從... 、藉著、因著」
-
ἀλλά (ἀλλ᾿) (638)
- but, yet, rather
- 但是、然而
-
ἔρχομαι (632)
- I come; go ‖ ἐλεύσομαι, ἦλθον or ἦλθα ἐλήλυθα, –, –
- 來、去、來臨