HW❹ (Joh 3:14-19)
Joh 3:14 καὶ καθὼς Μωϋσῆς ὕψωσεν τὸν ὄφιν ἐν τῇ ἐρήμῳ , οὕτως ὑψωθῆναι δεῖ τὸν Υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου , Joh 3:15 ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων ἐν αὐτῷ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον . Joh 3:16 Οὕτως γὰρ ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον , ὥστε τὸν Υἱὸν τὸν μονογενῆ ἔδωκεν , ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται ἀλλ᾽ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον . Joh 3:17 οὐ γὰρ ἀπέστειλεν ὁ Θεὸς τὸν Υἱὸν εἰς τὸν κόσμον ἵνα κρίνῃ τὸν κόσμον , ἀλλ᾽ ἵνα σωθῇ ὁ κόσμος δι᾽ αὐτοῦ . Joh 3:18 ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν οὐ κρίνεται · ὁ δὲ μὴ πιστεύων ἤδη κέκριται , ὅτι μὴ πεπίστευκεν εἰς τὸ ὄνομα τοῦ μονογενοῦς Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ . Joh 3:19 Αὕτη δέ ἐστιν ἡ κρίσις ὅτι τὸ φῶς ἐλήλυθεν εἰς τὸν κόσμον καὶ ἠγάπησαν οἱ ἄνθρωποι μᾶλλον τὸ σκότος ἢ τὸ φῶς · ἦν γὰρ αὐτῶν πονηρὰ τὰ ἔργα .
HW❹ 單字背誦 (10個)
-
ποιέω (568)
- I do, make ‖ ποιήσω, ἐποίησα, πεποίηκα πεποίημαι, –
- 做、使
-
τίς, τί (555)
- who? what? which? why?
- 誰、甚麼、哪一個、為什麼
-
ἄνθρωπος, –ου, ὁ (550)
- man, mankind, person, people humankind, human being
- 人
-
τις, τι (534)
- someone/thing, certain one/thing anyone/thing
- 某個、有的、什麼
-
Χριστός, –οῦ, ὁ (529)
- Christ, Messiah; Anointed One
- 基督(音譯)、承受膏油的、受膏者
-
ὡς (504)
- as, like; that, approximately; when, after
- 約有、如同、好像、正當
-
εἰ (502)
-
οὖν (498)
- therefore; accordingly; then
- 因此、所以
-
κατά (κατ᾿ , καθ ᾿ ) (473)
- gen: down from, against ‖ acc: according to, throughout, during
- 後接直接受格時意思是「朝著、依據、藉著、遍及」
-
μετά (μετ᾿ , μεθ ᾿ ) (469)
- gen: with ‖ acc: after
- 後接所有格時意思是「與....一起」、藉著、帶著